Eνατενίσεις
147
πος Δαφνουσίας Χαρίτων. Παραμένει όμως άγνω-
στη τυχόν σχέση του με τη Μονή Κύκκου και το
Μετόχιό της στην πόλη. Όπως είναι γνωστό από
διάφορες πηγές, ο Χαρίτων είχε εκλεγεί το 1848
στην Επισκοπή Δαφνουσίας, η οποία στα βυζαντι-
νά χρόνιαυπαγόταν στηΜητρόποληΝικομηδείας.
Ωστόσο, την περίοδο αυτή ο τίτλος αφορούσε σε
τιτουλάριους Αρχιερείς, αφού από τους γνωστούς
Επισκόπους του 19
ου
αιώνα, οπότε το Οικουμενικό
Πατριαρχείο χρησιμοποίησε ξανά την ονομασία,
δεν μαρτυρείται να υπηρέτησε κανείς τους στην
περιοχή της Νικομήδειας, αλλά μόνο στην Κων-
σταντινούπολη και στις Μητροπόλεις Μελενίκου
και Χαλκηδόνα
12
. Ο δε Χαρίτων αναφέρεται ότι
υπηρέτησε ως ιερατικώς προϊστάμενος της κοι-
νότητας Αγίας Παρασκευής Πικριδίου (Χάσκιοϊ)
Κωνσταντινουπόλεως
13
.
Κατά τη διάρκεια της διαμονής του στις Σέρρες,
ο Χαρίτων συνδέθηκε με την αδελφότητα της Μο-
νής του Τιμίου Προδρόμου και συνεισέφερε για τα
εκπαιδευτήρια της πόλης, το 1859, το ποσό των 500
οθωμανικών λιρών, ενώ την άνοιξη του 1871 χρη-
ματοδότησε και την ανέγερση του κωδωνοστασί-
ου του ναού του Αγίου Γεωργίου του Κρυονερίτη.
Στην πόλη αυτή παρέμεινε μέχρι τον θάνατό του,
που συνέβη το 1872, οπότε ετάφη στο προαύλιο του
μητροπολιτικού ναού των ΑγίωνΘεοδώρων
14
.
Από αριθμό εγγράφων, που σώθηκαν στο Αρ-
χείο του Οικουμενικού Πατριαρχείου και εκδό-
θηκαν πριν από μερικά χρόνια, είναι γνωστό ότι
ο Χαρίτων κληροδότησε, ανάμεσα στα άλλα, άγια
λείψανα, αρχιερατικά άμφια και το ποσό των 5,000
γροσίων στηΜονή του ΑγίουΜάμαντος στηΜόρ-
φου. Για τη δωρεάν αυτή, ο Οικουμενικός Πατρι-
άρχης Άνθιμος ΣΤ
’
ενημέρωσε με επιστολή του,
ημερομηνίας 22 Νοεμβρίου 1872, τον Κύπριο Αρ-
χιεπίσκοπο Σωφρόνιο, σημειώνοντας ότι μόλις πα-
ραλάμβανε το κληροδότημα θα το παρέδιδε στον
προϊστάμενο του Μετοχίου της Μονής Κύκκου
στην Κωνσταντινούπολη για να μεριμνήσει για
την αποστολή του.
Από δεύτερη επιστολήπρος τονΣωφρόνιο, που
έστειλε ο διάδοχος του Ανθίμου ΣΤ
’
, νέος Πατριάρ-
χης Ιωακείμ Β
’
, ημερομηνίας 24 Οκτωβρίου 1874,
πληροφορούμαστε ότι ο τελευταίος παρέδωσε τα
ιερά αντικείμενα του κληροδοτήματος στον Κυκ-
κώτη προϊστάμενο του Μετοχίου, όχι όμως και τα
χρήματα, για τα οποία σημείωνε ότι είχε προβεί
σε σχετικές ενέργειες, μέσω του Ηγουμένου της
Μονής Τιμίου Προδρόμου στις Σέρρες, για να ει-
σπραχθούν από τοπικούς οφειλέτες. Από άλλες
επιστολές, που ο Πατριάρχης Ιωακείμ Β
’
έστειλε
προς τους Αρχιεπίσκοπο Κύπρου, Ηγούμενο Τι-
μίου Προδρόμου και Μητροπολίτη και Δημογέρο-
ντες των Σερρών, από τον Οκτώβριο του 1874 έως
τον Μάιο του 1875, πληροφορούμαστε ότι ο Χαρί-
των είχε αφήσει μεγάλο μέρος από την περιουσία
του στη Μονή του Τιμίου Προδρόμου, που περιε-
λάμβανε ομόλογα 13,000 γροσίων, ιερά άμφια και
σκεύη, καθώς και, μετά τον θάνατο της θετής του
θυγατέρας, μια οικία, με έπιπλα και σκεύη και ένα
αμπέλι.
Σε μια δε από τις επιστολές αυτές προς τον
Ηγούμενο τηςΜονής τουΤιμίουΠροδρόμου, ο Ιω-
ακείμ Β
’
ζητούσε επιτακτικά την αποστολή τόσο
των 5,000 γροσίων, για να προωθηθούν στην Κύ-
προ, όσο και άλλων δύο χιλιάδων, που ο Χαρίτων
είχε κληροδοτήσει στη Θεολογική Σχολή Χάλκης,
θεωρώντας ότι η Μονή είχε σημαντικά οικονομι-
κά οφέλη από τη διαθήκη του Κυπρίου Αρχιερέα
και μπορούσε να στείλει το προαναφερθέν ποσό
στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Ωστόσο, ο Ηγού-
μενος και η αδελφότητα της Μονής αντέτειναν ότι
το ανωτέρω ποσό χρημάτων έπρεπε να προέλθει
από τους οφειλέτες του αποβιώσαντος Επισκό-
που. Είναι άγνωστο, όμως, αν επετεύχθη τελικά
η είσπραξή του και κατορθώθηκε η αποστολή του
στην Κύπρο, παρά το γεγονός ότι το Οικουμενικό
Πατριαρχείο απευθύνθηκε στονΜητροπολίτη και
τουςΠροκρίτους τωνΣερρών, για να μεριμνήσουν,
μέσω του εκτελεστή της διαθήκης του Χαρίτωνα,
για την είσπραξη του οφειλόμενου ποσού
15
.
■
12
Πολύβιου Στράντζαλη, «Δαφνουσίας επισκοπή»,
Μεγάλη Ορθόδοξη Χριστιανική Εγκυκλοπαίδεια,
τ. 6ος, Αθήνα 2012, σ.
31-32.
13
Χρίστου Τσούβαλη,
Τιτουλάριοι Αρχιερείς του Οικουμενικού Πατριαρχείου,
Πάτρα 2003, σ. 156.
14
Για τον βίο του Χαρίτωνα και τη σχέση του με την πόλη των Σερρών βλ. Χαράλαμπου Βουρουτζίδη, «ΟΕπίσκοπος Δαφνου-
σίαςΧαρίτωνκαι οΗγούμενος τηςΜονής τουΤιμίουΠροδρόμουΣερρώνΘεοδόσιοςΛαζάρου»,
ΣερραϊκάΑνάλεκτα
4 (2006) 47-
50, όπουκαι βιβλιογραφία. Τησχετικήμελέτη έθεσε υπόψημας οκ. ΝικόλαοςΜπονόβας, τον οποίοκαι ευχαριστούμε θερμά.
15
Βλ. Θεοχάρη Σταυρίδη, Οικουμενικό Πατριαρχείο και Κύπρος. Τα πατριαρχικά έγγραφα των ετών 1600-1878, Λευκω-
σία 2001, σ. 543, 561-562, 565-569, όπου δημοσιεύονται οι επιστολές Ανθίμου ΣΤ
’
και Ιωακείμ Β
’
προς τον Αρχιεπίσκοπο
Σωφρόνιο, τρεις επιστολές του Ιωακείμ Β
’
προς τον Ηγούμενο του Τιμίου Προδρόμου, ημερομηνίας 25 Οκτωβρίου 1874,
25 Ιανουαρίου 1875 και 7 Μαΐου 1875, και δύο του ίδιου Πατριάρχη προς τον Αρχιεπίσκοπο Σωφρόνιο, ημερομηνίας 3 Φε-
βρουαρίου 1875, και προς τονΜητροπολίτη και τους Δημογέροντες των Σερρών, ημερομηνίας 7Μαΐου 1875.