Eνατενίσεις
157
Στηνπροφορική ομιλία του οΚαθηγητήςΜου-
τσόπουλος, ο οποίος, κατά τη δική του εμφαντική
έκφραση, υπήρξε συνοδοιπόρος με τον Κλείτο
Ιωαννίδη στους ίδιους φιλοσοφικούς δρόμους στο
Παρίσι των μεταπτυχιακών τους σπουδών, ήτοι
τη φιλοσοφική μουσουργία στον Πλάτωνα, συνέ-
πεσε με τις αποτιμήσεις του Πανιερωτάτου σε αρ-
κετά κομβικά σημεία των έργων και των ημερών
του τιμωμένου.
Παραδίδοντάς του, εν μέσωτης λακωνικής του
ομιλίας και με έκδηλο τον συμβολισμό της χειρο-
νομίας του το δώρημα του βιβλίου του
Η Μουσική
στηνΦιλοσοφία τουΠρόκλου,
θέλησε ναυπομνήσει
τον τίτλο της διατριβής του δρος Ιωαννίδη
Ο φιλό-
σοφος και ο Μουσικός στον Πλάτωνα
ως συναφώς παράλληλο φιλοσοφικό
βίο. Και, ασφαλώς, δεν έμεινε μόνο
σε αυτή την αξιόλογη συμβολή του
στη διεθνή φιλοσοφική βιβλιογραφία,
αλλά εξήρε, προσέτι, την ανεκτίμητη
προσφορά του σε ένα ευρύ φάσμα θε-
μάτων της κυπριακής γραμματείας,
όπως είχε ήδη επισημάνει ο προλαλή-
σας Ιεράρχης. Τον παραλλήλισε, του-
τέστιν, με τον Ηρόδοτο, εφόσον είχε
βαδίσει επί μακρόν επί τα ίχνη του
πρώτου θεμελιωτή τής Προφορικής
Ιστορίας, ο οποίος στα εννέα βιβλία
των ιστοριών του είχε συγκεντρώσει
τις προφορικές αφηγήσεις των ανα-
τολικών λαών, όπως τις είχε ακούσει
στα ταξίδια του «θεωρίης είνεκεν».
Με την ίδια έγνοια και φιλομά-
θεια, ερευνητική και κριτική διάθεση ο κ. Ιωαν-
νίδης, αρχίζοντας από το καφενείο του χωριού
του συνέγραψε τα προσωπικά βιώματα απλών
και επωνύμων ανθρώπων, που απηχούν τα πολι-
τισμικά ήθη της εποχής τους και συμπληρώνουν
κατά τρόπο επιστημονικά εποικοδομητικό την
επίσημη Ιστορία. «Ο κριτικός έλεγχος», απεφάν-
θη ο κ. Καθηγητής, «στον οποίο ο Κλείτος Ιωαν-
νίδης έχει υποβάλει τις εξιστορήσεις
όχι μόνο των συγχωριανών, αλλά και
πολλών άλλων μαρτύρων του ιστορι-
κού γίγνεσθαι είναι αξιοθαύμαστος»,
υπομιμνήσκοντας την Ηροδότεια
επιγραμματική στόχευση «μήτε έργα
μεγάλα τε και θωμαστά ακλεά γένη-
ται».
Κάμνοντας μνεία, εξάλλου, του
πολύπλευρου εργογραφικού του
αμητού, αναφέρθηκε ειδικά στη
συγγραφική αποθησαύριση της
συμβολής της Μονής Κύκκου στον
Απελευθερωτικό μας Αγώνα του ’55
– 59, καθώς και στα αγιολογικά του
κείμενα, που απαρτίζουν μιαν πλειά-
δα τόμων και καταδεικνύουν «διορ-
θοδόξως […] την παρουσία του Θεού
μέσα στον άνθρωπο». Δεν παρέλειψε,
επίσης, να τονίσει από τη θέση της μουσουργικής
του ιδιότητας τη διεισδυτικότητα του ποιητικού
λεπταίσθητου ψυχισμού τού τιμωμένου του φί-
λου, αποκαλώντας τον επί λέξει «μύστη της ποιή-
σεως» και «κορυφαίο μεταξύ των κορυφαίων του