Eνατενίσεις
115
γ)ΚουρίουΦιλάγριος, δ)ΚιτίουΛάζαρος, ε)Πάφου
Επαφράς, στ) Νεαπόλεως Τυχικός, ζ) Σόλων Αυξί-
βιος, η) άγνωστης πόλης, Κόνων. Η ταυτόχρονη
παρουσία των Εθνικών, Εβραίων και Χριστιανών
οδηγούσε αρκετά συχνά σε συγκρούσεις, ενώ οι
αιρέσεις δεν απουσίαζαν σε τακτά χρονικά διαστή-
ματα. Για τον 2
ο
αι. μ.Χ., ελάχιστα στοιχεία γνωρί-
ζουμε σχετικά με την πορεία του Χριστιανισμού.
Κατά την πρωτοβυζαντινή περίοδο η Κυπριακή
Εκκλησία συνέχισε να είναι οργανωμένη διοικη-
τικάσε επισκοπές και παρέμεινε αυτοδιοικούμενη.
Τον 4
ο
αι μ.Χ. φαίνεται ότι ο Χριστιανισμός αρχίζει
να εδραιώνεται σταδιακά σε μια χρονική περίοδο
που κράτησε περίπου από το 350-400 μ.Χ. Μέχρι
τότε οι πιστοί αναγκάζονταν να κρύβονται σε κα-
τακόμβες, τιμωρούνταν, φυλακίζονταν και αρκε-
τές φορές έβρισκαν μαρτυρικό θάνατο. Ο μεγάλος
αριθμός των παλαιοχριστιανικών εκκλησιών απο-
τελεί το αποκορύφωμα της ακμής και της επικρά-
τησης του Χριστιανισμού. Η Εκκλησία τον 5
ο
αι.
μ.Χ. αναγνωρίστηκε επίσημα πλέον ως αυτοκέφα-
λη, κάτι που επαληθεύτηκε και από τηνΠενθέκτη
Οικουμενική Σύνοδο το 691 μ.Χ. Με το πέρασμα
των αιώνων οι κάτοικοι έζησαν περιόδους ειρήνης
και ευημερίας χωρίς όμως να απουσιάζουν η πείνα,
οι ανομβρίες και οι σεισμοί.
Η λατρεία της Αφροδίτης
1
εξακολουθούσε να
επικρατεί και χρειάστηκαν τρεις και πλέον αιώ-
νες για την πλήρη επικράτηση του Χριστιανισμού
και την αποκοπή των δεσμών με τις παγανιστικές
αντιλήψεις. Κατά τη ρωμαϊκή εποχή, διατηρείται
η λατρεία της θεάς, η οποία όμως άρχισε να παρακ-
μάζει τον 2ο αι. μ.Χ.,
2
αλλά συνεχίζει να λατρεύε-
ται μέχρι τις αρχές του 5ου αι. μ.Χ. Κύρια αιτία της
παρακμής της αποτέλεσε η διάδοση του Χριστια-
νισμού. Σε επίγραμμα του Λουκιανού γίνεται ανα-
φορά για το άγαλμα της γυμνής Αφροδίτης
3
, ενώ ο
Νόννος της αφιερώνει αρκετούς στίχους.
4
Η εγγύτητα του νησιού με τη Συροπαλαιστι-
νιακές ακτές, αλλά και η φυγή των χριστιανών
μετά τον λιθοβολισμό του Στεφάνου
5
το 33 μ.Χ.,
ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγονταν και
πολλοί από την Κύπρο
6
, ήταν μερικοί παράγοντες
που συνέβαλαν στη διάδοση του Χριστιανισμού.
7
Κοντά στο 37 μ.Χ. Κύπριοι και Κυρηναίοι που βρί-
σκονταν στην Αντιόχεια δίδασκαν τον λόγο του
Χριστού στους Ιουδαίους που μιλούσαν ελληνικά.
Ανάμεσά τους και ο Βαρνάβας.
8
Στις Πράξεις
τῶν
Ἀποστόλων
(11, 19) αναφέρεται ότι, πριν από την
ιεραποστολή του Παύλου και Βαρνάβα, κάποιοι
άλλοι κήρυξαν τον λόγο τουΘεού στους Ιουδαίους
σε μια περίοδο που η Κύπρος ήταν γεμάτη από ιου-
δαϊκές αποικίες.
9
1
Πορφ.
π. ἀ. ἐμψ.
2, 21-22.
2
App.
Metam.
4, 155.
3
A. G.
16, 163.
4
Κ. Χατζϊωάννου,
ΑΚΕΠ,
τόμ. Β΄, 156-161.
5
Ἀλέξ. Μον.
Ἐγκώμ. εἰς Βαρν.
2, 20· F. Bovon, «The Dossier on Stephen, the First Martyr»,
Harvard Theological Review
96
(2003) 279-315.
6
Πράξ.
11, 19· Γ. Π. Πατρώνου,
Η Κύπρος «Πύλη» του χριστιανισμού προς τον κόσμο των εθνών
(Πάφος 1996), 35.
7
Για τον Χριστιανισμό βλ. Ch. Markschies,
«Das Christentum von den Anf
ӓ
ngen bis in die Sp
ӓ
tantike», στο Fr. Graf,
Einleitung in die lateinische Philologie
(Stuttgart und Leipzig 1997), 520-533.
8
Πράξ.
11, 20-24.
9
Φίλ.
Πρεσβ. πρ. Γάϊον
282: «καὶ οὐ μόνον αἱ ἤπειροι μεσταὶ τῶν Ἰουδαϊκῶν ἀποκιῶν εἰσιν, ἀλλὰ καὶ νήσων αἱ δοκιμώ-
ταται Εὔβοια, Κύπρος, Κρήτη».