16
Eνατενίσεις
ως, τὴν ὁποία διδαχθήκαμε ἀπὸ τὸν ἀπ. Βαρ-
νάβα. Μόνο μὲ μεγάλα βήματα θὰ μπορού-
σαμε νὰ περιγράψουμε τὸ ἀποστολικὸ ἔργο
του ἀπ. Βαρνάβα στὴν ἰδιαίτερη πατρίδα του
τὴν Κύπρο. Μετὰ τὴν Ἀποστολικὴ Σύνοδο, ὁ
ἀπ. Βαρνάβας ἐπανῆλθε στὴν Κύπρο καὶ θε-
μελίωσε συστηματικὰ τὴν Ἐκκλησία, ὅπως
ἄλλωστε εἶχε κάνει καὶ στὴν Ἀντιόχεια ἤ καὶ
σὲ ἄλλες περιοχὲς, ὅπου εἶχε δραστηριοποι-
ηθεῖ. Κατὰ τὴ δεύτερη αὐτὴ παρουσία του
στὴν Κύπρο εἶναι ποὺ δέχθηκε τὸ μαρτυρικὸ
θάνατο ἔξω ἀπὸ τὴ Σαλαμῖνα στὸν ἱππόδρο-
μο ποὺ βρισκόταν μεταξὺ τῆς Σαλαμῖνας καὶ
τῆς σημερινῆς ὁμώνυμης Μονῆς του. Γι’ αὐτὸ
καὶ ὁ ἐγκωμιαστής του Ἀλέξανδρος Μοναχὸς
τὸν ἀποκαλεῖ, «ἅγιον ἀπόστολον καὶ γενναῖον
μάρτυρα»
3
.
Ἡφροντίδα τοῦ ἀπ. Βαρνάβα συνεχίστηκε
καὶ μετὰ τὸ μαρτυρικὸ του θάνατο γιὰ πολ-
λοὺς αἰῶνες. Ἕνεκα τῆς Κυπριακῆς κατα-
γωγῆς του καὶ τοῦ μαρτυρικοῦ του θανάτου,
ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸ γεγονὸς τῆς ὑπάρξεως τοῦ τά-
φου του καὶ τῆς κατοχῆς τοῦ ἱεροῦ λειψάνου
του, ἡ Ἐκκλησία Κύπρου ἀπέκτησε τὴν ὕψι-
στη τιμὴ τῆς αποστολικότητας. Ὁ ἴδιος ἔγινε
αἰτία, ὥστε νὰ κατοχυρώσει τὴν αυτοκεφαλία
της ἡ Ἐκκλησία Κύπρου μὲ ἀπόφαση τῆς Γ’
Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Μὲ τὴν εὕρεση τοῦ
τιμίου λειψάνου του ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο
Ἀνθέμιο (476/478), στὸν τόπο, ὅπου τὸ ἐνταφί-
ασε ὁ ἀπόστολος καὶ εὐαγγελιστὴς Μᾶρκος,
κατοχυρώθηκε γιὰ ἀκόμη μία φορὰ τὸ αὐτο-
κέφαλο τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος
Κύπρου χαίρει ἀκόμα καὶ σήμερα τῶν ἰδιαι-
τέρων αὐτοκρατορικῶν προνομίων ποὺ ἔλαβε
ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Ζήνωνα.
Ἡ πατρίδα μας σήμερα ζεῖ τὶς τραγικὲς
συνέπειες τῆς εἰσβολῆς καὶ τῆς σαραντάχρο-
νης κατοχῆς καὶ γι’ αὐτὸ τὸ λόγο τὸ ἱερὸ αὐτὸ
Συνοδικὸ Συλλείτουργο δὲν μπορεῖ νὰ τελε-
σθεῖ, ὡς θὰ ὄφειλε, στὴ Μονὴ καὶ στὸν Τάφο
τοῦ Ἀποστόλου. Ἔχουμε ἀκέραιη τὴν εὐθύ-
νη νὰ διαφυλάξουμε τὴν ἀποστολικὴ πίστη
ποὺ μᾶς δίδαξε ὁ ἀπ. Βαρνάβας καὶ νὰ τὴν
μεταλαμπαδεύσουμε στὶς ἑπόμενες γενεὲς,
ἀπὸ ὅποια θέση καὶ ἂν βρισκόμαστε, εἴτε ὡς
ἐκκλησιαστικοὶ ταγοὶ εἴτε ὡς ἁπλᾶ μέλη τῆς
Ἐκκλησίας. Ἡ ἐμπειρία ἀπὸ τὴν πολυτάρα-
χη ἱστορία μας μᾶς διδάσκει ὅτι ἡ πίστη στὸν
Θεὸ καὶ ἡ προσήλωση στὴ χριστιανική μας
παράδοση εἶναι οἱ ἀντιστάσεις ἐναντίον τῶν
ὁποιωνδήποτε πειρασμῶν τῆς ἱστορίας, ποὺ
θέλουν νὰ μᾶς ἀπομακρύνουν ἀπὸ τὴν ἀσά-
λευτη πίστη στὸν Θεὸ καὶ τὶς ἀρχὲς καὶ τὶς
ἀξίες τοῦ Χριστιανισμοῦ, ὅπως μᾶς τὶς δίδαξε
ὁ ἀπ. Βαρνάβας.
Ἔχουμε εὐθύνη νὰ διαφυλάξουμε τὴν ἀκε-
ραιότητα τῆς Πατρίδας μας, ὅπως τὴν ἁγίασε
μὲ τὴν παρουσία καὶ τὴ διδασκαλία του ὁ ἀπ.
Βαρνάβας μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους Ἀποστόλους,
καὶ νὰ τὴν ὁδηγήσουμε ξανὰ στὴν ἐλευθερία
καὶ τὴν οἰκονομικὴ εὐημερία. Ἔχουμε εὐθύνη
νὰ τὴ διαφυλάξουμε ἀπὸ ὁποιεσδήποτε με-
ταλλάξεις, εἴτε τῆς ἀκεραιότητας τοῦ ἀνθρω-
πίνου προσώπου, εἴτε ἐθνικὲς εἴτε πολιτι-
στικὲς, εἴτε ἀπὸ μεταλλάξεις τῶν προϊόντων
τῆς φύσεως ἤ καὶ τῆς ἴδιας τῆς φύσεως. Αὐτὰ
εἶναι τὰ ἐνεκτίμητα δῶρα τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν
ἄνθρωπο καὶ ἔχουμε εὐθύνη γιὰ τὴ δημιουρ-
γία τοῦ Θεοῦ.
Γιὰ ὅλους αὐτοὺς τοὺς λόγους, μὲ μόνο
μικρὴ προσθήκη, θὰ κάνουμε δική μας τὴν
προσευχὴ ποὺ ὁ Ἀλέξανδρος Μοναχὸς ἀπηύ-
θυνε στὸν Ἅγιο στὸ τέλος τοῦ ἐγκωμιαστικοῦ
του λόγου, ἐνώπιον τοῦ ἱεροῦ λειψάνου τοῦ
Ἀποστόλου, καὶ ἐνώπιον τοῦ τότε Ἀρχιεπι-
σκόπου Κωνσταντίας, γιατὶ ἡ εὐχὴ αὐτὴ εἶναι
ὅσο ποτὲ ἄλλοτε ἐπίκαιρη.
«Τῆς δὲ πατρίδος σου πάσης φρόντισον,
ὡς πάντοτε καὶ νῦν, ταῖς σαῖς ἁγίαις εὐχαῖς
φυλάττων αὐτὴν ἀπὸ παντὸς κακοῦ, καὶ
ἀπὸ σκανδάλων ἐργαζομένων τὴν ἀνομί-
αν∙ ἐλευθέρωσον αὐτὴν ἀπὸ τῆς ἐσχάτης
δουλείας∙ δὸς παράκλησιν εἰς τὸν παντοι-
οτρόπως χειμαζόμενον λαόν σου, ἵνα εἰρη-
νικῶς, σωφρόνως τε καὶ εὐσεβῶς ζήσωμεν
ἐν τῷ νῦν αἰῶνι, προσδεχόμενοι τὸ ἔλεος
τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ εἰς ζωὴν
αἰώνιον, ἧς γένοιτο πάντας ἡμᾶς ἐπιτυ-
χεῖν, χάριτι καὶ οἰκτιρμοῖς καὶ φιλανθρω-
πία τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, μεθ’
οὗ τῷ Πατρὶ δόξα, σὺν τῷ παναγίῳ Πνεύ-
ματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν
αἰώνων. Ἀμήν!»
4
.
■
3
ἈλεξάνδρουΜοναχοῦ. Ἐγκώμιον § 31. AS, σελ. 447 καὶ § 46, σελ. 451.
4
ἈλεξάνδρουΜοναχοῦ. Ἐγκώμιον § 50. AS, σελ. 452.