58
Eνατενίσεις
εῖ, καί ὁμολογητάς· τοῦτο κατέχωμεν ἀντί μεγάλου
δώρου, ἵνα ἐν δόξῃ ζήσωμεν, καί εὐαρεστήσωμεν τῷ
Θεῷ, καί καταξιωθῶμεν τῶν ἐπηγγελμένων ἀγαθῶν
τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν»
14
.
Ὁ Χριστός δίνει νέο ὄνομα στούς ἀνθρώ
πους γιά νά τούς δείξη τήν ἀλλαγή καί τήν ἐξου
σία πού δέχονται. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος, χρη
σιμοποιώντας τό παράδειγμα τῆς ἀλλαγῆς τοῦ
ὀνόματος στόν Ἀπόστολο Παῦλο ἀπό Σαῦλο σέ
Παῦλο, λέγει ὅτι, ὅπως ὁ κύριος πού ἀγόρασε
ἕναν δοῦλο τοῦ ἀλλάζει τό ὄνομα δείχνοντας μέ
τόν τρόπο αὐτό τήν ἐξουσία του, ἔτσι ἔκανε τό
Ἅγιο Πνεῦμα μέ τόν Ἀπόστολο Παῦλο, πού τόν
πῆρε ἀπό τήν αἰχμαλωσία καί τόν ἔφερε στήν
ἐξουσία. Ἔπρεπε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος νά μά
θηαὐτήν τήν ἐξουσία, ὅτι δηλαδή,
«ὀνομάτων
θέ
σεις δεσποτείας
ἐστι σύμβολον».
Αὐτό φαίνεται
καθαρά στήν περίπτωση τοῦ Ἀδάμ. Γιά νά τοῦ
δείξη ὁΘεός
«ὅτι τῶν ὀνομάτων ἡ θέσις τήν δεσπο
τείαν κυροῖ»
καί νά τόν διδάξη ὅτι
«πάντων ἐστι
ἄρχων καί δεσπότης»
ὁδήγησε σέ αὐτόν ὅλα τά
θηρία γιά νά τούς δώση ὄνομα. Ἡὀνοματοδοσία
εἶναι δεῖγμα ἐξουσίας καί ἐξάρτησης
15
.
Τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ δόθηκε καί στούς ἀν
θρώπους πού συνδέονται μαζί Του. Στήν Ἀντιό
χεια πρώτη φορά οἱ Μαθητές ἔλαβαν τό ὄνομα
Χριστιανοί, ὅπως γράφουν οἱ Πράξεις τῶν Ἀπο
στόλων:
«ἐγένετο δέ αὐτούς ἐνιαυτόν ὅλον συνα
χθῆναι ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ καί διδάξαι τόν ὄχλον ἱκα
νόν, χρηματῖσαι τε πρῶτον ἐν Ἀντιοχείᾳ τούς μα
θητάς Χριστιανούς»
(Πρ. ια΄, 26). Ἔτσι, τό ἁγια
σμένο καί φοβερό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ἔγινε καί
προσηγορία τῶν μαθητῶν Του. Μιά σημαντική
ἑρμηνεία αὐτοῦ τοῦ γεγονότος κάνει ὁ ἅγιος
Γρηγόριος Νύσσης.
Ἀναλύοντας ὁ ἅγιος Γρηγόριος γιά τό πῶς
νοεῖται ὁ Χριστιανός ἀπό αὐτήν τήν προσηγο
ρία του, γράφει ὅτι πρέπει νά ἀποκτήσουμε τήν
κοινωνία τῶν
«ὑψηλῶν ὀνομάτων»
, ὅπως μέ τήν
μετοχή τοῦ Χριστοῦ
«τήν τοῦ Χριστιανοῦ προση
γορίαν ἐσχήκαμεν»
16
. Ἄλλωστε,
«ἡ ὑπόσχεσις τοῦ
ὀνόματος μίμησιν Θεοῦ ἐπαγγέλλεται»
17
.
Ἀναφερόμενος στόν Ἀπόστολο Παῦλο λέγει
ὅτι αὐτός μᾶς γνώρισε τό σημαινόμενο τοῦ ὀνό
ματος τοῦ Χριστοῦ, μέ τό νά τόν χαρακτηρίζη
δύναμη καί σοφία Θεοῦ, εἰρήνη, φῶς ἀπρόσιτο,
ἁγιασμό καί ἀπολύτρωση, ἀρχιερέα μέγα κλπ.
Κάνει λόγο γιά τό ὄνομα Χριστός πού δηλώνει
τήν βασιλική δύναμη, τήν βασιλεία καί ἀποτε
λεῖ ἰδιαίτερη τιμή πού ἀξιωθήκαμε
«τῇ ἐπωνυ
μίᾳ τοῦ Χριστοῦ τιμηθέντας Χριστιανούς ὀνομάζε
σθαι»
. Αὐτό σημαίνει ὅτι πρέπει νά ἀγωνιζόμα
στε ὥστε αὐτή ἡ ὀνομασία νά μή εἶναι ψευδώ
νυμη, ἀλλά νά ἔχη μαρτυρία ἀπό τόν βίο. Ἔτσι,
ὅσοι ἔχουν τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καί λέγονται
Χριστιανοί, πρέπει νά γίνουν αὐτό πού σημαί
νει τό ὄνομα.
«Οὐκοῦν πάντα τά ἑρμηνευτικά τῆς
τοῦ Χριστοῦ σημασίας ὀνόματα ἐπιλάμπειν χρή τῷ
τοῦ Χριστιανοῦ βίῳ, τά μέν διά τῆς μιμήσεως, τά δέ
διά τῆς προσκυνήσεως, εἰ μέλλοι ἄρτιος εἶναι ὁ τοῦ
Θεοῦ ἄνθρωπος»
. Καί στήν συνέχεια ἑρμηνεύει
πῶς τά σημαινόμενα τῶν ὀνομάτων τοῦΧριστοῦ
(δύναμη, σοφία, εἰρήνη, ἀπολύτρωση, ἀρχιερέα
κλπ.) θά πρέπη νά τά ἔχουμε ὁδηγό στήν ζωή
μας, ἄλλα διά τῆς μιμήσεως καί ἄλλα διά τῆς
προσκυνήσεως καί τοῦ σεβασμοῦ
18
.
Βεβαίως, ὁ Χριστός εἶπε κάποτε στούς Μα
θητές Του νά μή κληθοῦν πατέρες καί καθηγη
τές.
«Καί πατέρα μή καλέσητε ὑμῶν ἐπί τῆς γῆς·
εἷς γάρ ἐστιν ὁ πατήρ ὑμῶν, ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς. μηδέ
κληθῆτε καθηγηταί· εἷς ὑμῶν ἔσται ὁ καθηγητής,
ὁ Χριστός»
(Ματθ. κγ΄, 9-10). Τό ὅτι οἱ ποιμένες
καί διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας καλοῦνται πα
τέρες καί καθηγητές, δέν σημαίνει ἀνυπακοή
στόν λόγο τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά χαρακτηρίζονται
ποιμένες καί διδάσκαλοι μέ τήν σχετική ἔννοια
τοῦ ὅρου καί ὄχι μέ τήν ἀπόλυτη. Ἕνας εἶναι ὁ
πατέρας καί ὁ καθηγητής, ὁ Θεός, ἀλλά ὁ Ἐπί
σκοπος ἐνεργεῖ ἐξ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ, εἶναι
ἡ αἰσθητή παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ἡ ζωντανή εἰ
κόναΤου. ὉἘπίσκοπος ποτέ δέν ἀπολυτοποιεῖ
τό ἔργο του καί τήν διακονία του. Οἱ προσηγο
ρίες τοῦ Χριστοῦ γίνονται κατά μετουσίαν καί
κατ΄ οἰκονομίαν καί δικές του προσηγορίες.
Ἔτσι, ὅλα τά ὀνόματα τοῦ Χριστοῦ γίνονται
καί ὀνόματα τῶνἘπισκόπων. Θάδοθοῦν μερικά
παραδείγματα γιά νά τονισθῆ αὐτή ἡ ἀλήθεια.
Ὁ Χριστός ἀπό τόν Ἀπόστολο Παῦλο ὀνο
μάζεται
Ἀρχιερεύς
, κατά τήν ἀνθρώπινη φύση,
γιατί θυσιάσθηκε στόν Σταυρό γιά τήν θερα
πεία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ἀπό τήν ἁμαρτία.
Τόν ἀποκαλεῖ
«ἀπόστολον καί ἀρχιερέα τῆς ὁμο
λογίας ἡμῶν»
(Ἑβρ. γ΄, 1),
«ἀρχιερέα μέγαν διελη
λυθότα τούς οὐρανούς»
(Ἑβρ. δ΄, 14), ἱερέα
«κατά
τήν τάξιν Μελχισεδέκ»
( Ἑβρ. ε΄, 6),
«παραγενόμε
νον ἀρχιερέα τῶν μελλόντων ἀγαθῶν»
(Ἕβρ. θ΄, 11).
14
ἔνθ. ἀνωτ. ἔργα 22, σελ. 272-274
15
ἔνθ. ἀνωτ. ἔργα 26, σελ. 414-416
16
Γρηγορίου Νύσσης, ἔργα 5, ΕΠΕ σελ. 358
17
ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 362
18
ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 372 κ.ἑξ.